- αμπέλια
- лозjа
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
Αμπελιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 194 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σουλίου του νομού Θεσπρωτίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Παραμυθιάς … Dictionary of Greek
Αμπέλια — Ονομασία εννέα οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ., 88 κάτ.) του νομού Ευρυτανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρπενησίου. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 118 κάτ.) στην πρώην επαρχία Θυάμιδος του νομού Θεσπρωτίας. Υπάγεται… … Dictionary of Greek
ἀμπέλια — ἄμπελος grape vine neut nom/voc/acc pl ἀμπέλιον neut nom/voc/acc pl ἀμπέλιος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καημένα Αμπέλια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ., 63 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδος του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου … Dictionary of Greek
Κάτω Αμπέλια — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 140 μ., 184 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σιντικής του νομού Σερρών. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, 24 χλμ. ΒΔ της πόλης των Σερρών. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σιδηροκάστρου … Dictionary of Greek
Παλιά Αμπέλια — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 660 μ.), στην πρώην επαρχία Εορδαίας, του νομού Κοζάνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Προαστίου … Dictionary of Greek
τἀμπέλια — ἀμπέλια , ἄμπελος grape vine neut nom/voc/acc pl ἀμπέλια , ἀμπέλιον neut nom/voc/acc pl ἀμπέλια , ἀμπέλιος neut nom/voc/acc pl ἐμπέλια , ἐμπέλιος livid neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Λαϊκός πολιτισμός — ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΛΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Λαϊκός πολιτισμός είναι το σύνολο των εκδηλώσεων του βίου του λαού –υλικού και πνευματικού– οι οποίες έχουν χαρακτήρα ομαδικό και τελούνταν κατά παράδοση από τον αγροτικό πληθυσμό και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των … Dictionary of Greek